Αμέτρητες φορές στο παρελθόν κατά τη διάρκεια μιας κουβέντας έχει ειπωθεί η χλευαστική ατάκα «αυτός ο παίκτης δεν γίνεται να βγάζει λεφτά από το ποδόσφαιρο».
Ο μικροσκοπικός μας πλανήτης όμως κατοικείται από μερικά δισεκατομμύρια ανθρώπους, οπότε ένας λάτρης των πιθανοτήτωνμπορεί να σου αποδείξει ότι κάπου, κάποια στιγμή, κάποιος μπορεί να τερματίσει ακόμα και αυτή την ατάκα, τραβώντας την απ’ τo καφενειακό και καθαρά θεωρητικό σύμπαν στο οποίο ζει και σέρνοντας την στην πραγματικότητα. «Η φαντασία είναι πιο σημαντική από τη γνώση» είχε υποστηρίξει κάποτε ο Μπλάνκο ο Αινστάιν και είναι σίγουρο ότι ο Κάρλος Ενρίκε Ραπόσο συμφωνεί απόλυτα μ’ αυτή τη ρήση, επιβεβαιώνοντας την με την ίδια του τη ζωή.
Γεννημένος στη Βραζιλία το 1968 ο Κάρλος Κάιζερ, όπως έγινε τελικά γνωστός, έχει να επιδείξει μια εντυπωσιακή ποδοσφαιρική καριέρα σχεδόν δυο δεκαετιών, στην οποία ξεχωρίζουν οι συνεργασίες του με αρκετές μεγάλες ομάδες της χώρας (Μποταφόγκο, Φλαμένγκο, Φλουμινένσε, Βάσκο) καθώς και κάποιες του εξωτερικού (όπως η Ιντεπεντιέντε της Αργεντινής και η Αζαξιό της Γαλλίας). Αυτή είναι όμως μια επιφανειακή προσέγγιση της καριέρας του. Γιατί μια πιο προσεκτική ματιά αποκαλύπτει μια απίστευτη λεπτομέρεια: Στη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων ο, δηλωμένος ως επιθετικός, “Κάιζερ’ μετρούσε λιγότερες από 30 συμμετοχές, ούτε ένα ολοκληρωμένο παιχνίδι και ούτε ένα γκολ! Ο Κάρλος Κάιζερ όπως χαρακτηριστικά δήλωσε και ο ίδιος πριν δυο χρόνια όταν και αποφάσισε να αποκαλύψει δημόσια στην τηλεόραση της Βραζιλίας την απίστευτη πορεία της καριέρας του, «ήθελε να γίνει ποδοσφαιριστής, χωρίς να χρειάζεται να παίζει». Και τα κατάφερε!
Όλα ξεκίνησαν κάπου στην δεκαετία του 80′ όταν ο, μετέπειτα αποκαλούμενος και “Φόρεστ Γκαμπ του Βραζιλιάνικου ποδοσφαίρου’, συνειδητοποίησε ότι δεν ήταν αρκετά καλός για να παίξει επαγγελματικό ποδόσφαιρο, συνειδητοποίηση όμως που ερχόταν αντιμέτωπη με την αγάπη που είχε στον τρόπο ζωής των ποδοσφαιριστών. Ο Κάιζερ λάτρευε τα ξενύχτια, τη φήμη και τις γυναίκες και ο μόνος τρόπος για να τα έχει ήταν να παραμείνει στο χώρο του ποδοσφαίρου.
Το πρώτο στάδιο της προσπάθειας του ήταν οι δημόσιες σχέσεις. Χρησιμοποιώντας το χάρισμα που είχε στον τομέα της επικοινωνίας, χώθηκε στις παρέες γνωστών παικτών της εποχής (ανάμεσα τους και οι Ρομάριο και Εντμούντο), γνώρισε μάνατζερ και ανθρώπους με κύρος στο χώρο και κατάφερε να τους πείσει να τον συμπεριλαμβάνουν σε συμφωνίες μεταγραφών άλλων παικτών. Έτσι, ο «φέρελπις επιθετικός» αποκτούσε για αρχή ένα 3μηνο δοκιμαστικό συμβόλαιο στην ομάδα και από εκεί και μετά ξεκινούσε το σόου του, μια σειρά επιτευγμάτων που δεν αποκλείεται κάποια στιγμή να συγκινήσουν κάποιον σεναριογράφο του Χόλιγουντ που θα δει στη συγκεκριμένη ιστορία μια ποδοσφαιρική εκδοχή του “Catch me if you can“.
Έχοντας υπογράψει στη νέα του ομάδα ο Κάιζερ δήλωνε ανέτοιμος και ζητούσε μερικές εβδομάδες για να βελτιώσει τη φυσική του κατάσταση, περνώντας έτσι ένα διάστημα κάνοντας απλά γυμναστική τη μέρα και τη ζωή που πάντα ονειρευόταν τη νύχτα, κυκλοφορώντας στα κλαμπ με την αύρα του ποδοσφαιριστή και κάνοντας παρέα με γνωστούς παίκτες της εποχής. Όταν αυτή η περίοδος προσαρμογής τελείωνε, σε μια από τις πρώτες προσπάθειες του σε κάποιο διπλό προπόνησης υποκρινόταν κάποιο σοβαρό τραυματισμό και, εκμεταλλευόμενος την έλλειψη ιατρικών μηχανημάτων στις ομάδες εκείνη την εποχή, κέρδιζε ακόμα ένα ή δυο μήνες ξαπλωμένος στο κρεβάτι του φυσιοθεραπευτή.
Το σχέδιο όμως περιλάμβανε και εξτρά πινελιές απάτης. Την περίοδο που βρισκόταν στην Μποταφόγκο, στις αρχές της δεκαετίας του 90′, στην προσπάθεια του να φτιάξει κι άλλο την εικόνα του, κυκλοφορούσε συχνά-πυκνά μ’ ένα κινητό τηλέφωνο στο χέρι προσποιούμενος ότι μιλάει Αγγλικά με κάποιον Ευρωπαϊκό σύλλογο που ενδιαφέρεται γι’ αυτόν. Το ότι τα κινητά τηλέφωνα ήταν εξαιρετικά σπάνια εκείνη την εποχή και το ότι ελάχιστοι Βραζιλιάνοι γνώριζαν Αγγλικά υποστήριζαν το εγχείρημα του κι έτσι ο «μόνιμα άτυχος στον τομέα των τραυματισμών» Κάιζερ πουλούσε μούρη, συνεχίζοντας τη ζωή που λάτρευε. Για κακή του τύχη, ένας εκ των γιατρών της ομάδας που γνώριζε κάποια Αγγλικά αντιλήφθηκε αρχικά ότι οι προτάσεις που σύνθετε ο Κάιζερ δεν είχαν καμία λογική συνοχή και στη συνέχεια ανακάλυψε ότι το κινητό τηλέφωνο του ήταν ψεύτικο, απ’ αυτά που έχουν τα μικρά παιδιά για να παίζουν!
Σε κάποια άλλη στιγμή της καριέρας του και ενώ, κλασσικά, βελτίωνε τη φυσική του κατάσταση όντας μέλος της Βραζιλιάνικης Μπανγκου, ο προπονητής του αποφάσισε να τον συμπεριλάβει τυπικά σε μια αποστολή. Τα πράγματα πήραν όμως μια αναπάντεχη τροπή όταν η ομάδα ευρισκόμενη πίσω στο σκορ χρειαζόταν μια εξτρά βοήθεια στην επίθεση. Ο Κάιζερ αναγκάστηκε να σηκωθεί για προθέρμανση γεμάτος άγχος για το τι μπορεί να ακολουθούσε. Η φαντασία του δεν τον πρόδωσε όμως ούτε σ’εκείνο το ζόρικο σημείο. Βλέποντας τους οπαδούς της ομάδας να βρίζουν τους παίκτες για την τραγική τους απόδοση, ξεκίνησε καυγά με κάποιους εξ αυτών, καταλήγοντας πάνω στα κάγκελα να λογομαχεί με τον κόσμο, υπερασπιζόμενος, φαινομενικά, τους συμπαίκτες του. Σύμφωνα με τον ίδιο, το επεισόδιο κατέληξε να έχει ιδανικό τέλος, αφού και αποβλήθηκε από το ματς ως υποκινητής επεισοδίων και ο πρόεδρος του πρόσφερε εξάμηνη επέκταση συμβολαίου μόλις έμαθε πως το όλο σκηνικό έγινε γιατί ο παίκτης του υπερασπιζόταν την τιμή της ομάδας και του ίδιου.
Μετά από αρκετά χρόνια εξαπάτησης, ο Κάιζερ αποσύρθηκε από το ποδόσφαιρο για να γίνει προσωπικός γυμναστής, απασχολούμενος ουσιαστικά με το μόνο σκέλος του ποδοσφαίρου στο οποίο ήταν πολύ καλός. Κάποια σημεία της ιστορίας του, όπως είναι λογικό, αμφισβητούνται έντονα (όπως η παρουσία του στο δυναμικό της Ιντεπεντιέντε, τη χρονιά που αυτή κέρδισε το Λιμπερταδόρες το 1984) ενώ κάποια άλλα έχουν επιβεβαιωθεί με δηλώσεις από πρώην συμπαίκτες και συνεργάτες του. Όπως εξομολογήθηκε ο ίδιος, δεν κατάφερε ποτέ να γίνει πλούσιος από το ποδόσφαιρο. Το σίγουρο είναι ότι θα μείνει στην ιστορία ως ο επιθετικός που στα τόσα χρόνια καριέρας, με τόσες διαφορετικές μεγάλες ομάδες, δεν έπαιξε ούτε ένα ολόκληρο παιχνίδι και δεν πέτυχε ούτε ένα γκολ.
Περισσότερα: